«Η μαστογραφία έχει βλαπτική ακτινοβολία, προτιμώ τον υπέρηχο»
Η δόση της ακτινοβολίας είναι ελάχιστη και αντιστοιχεί στο 1/4 μίας ακτινογραφίας θώρακα. Το υπέρηχογράφημα συμπληρώνει την μαστογραφία σε πυκνούς μαστούς και στην περαιτέρω διερεύνηση ύποπτου ψηλαφητού ή μαστογραφικού ευρήματος. Το υπερηχογράφημα δεν μπορεί όμως να διακρίνει τις επασβεστώσεις, οι οποίες συνυπάρχουνστο περίπου 50% των καρκίνων του μαστού.
«Η μαγνητική τομογραφία είναι καλύτερη και αποφεύγω την ακτινοβολία»
Η μαστογραφία παραμένει η πρώτη εξέταση εκλογής σε ηλικία άνω των 40 και είναι καλύτερη για τη διάγνωση των μικροεπασβεστώσεων. Η μαγνητική έχει συγκεκριμένες ενδείξεις, όπως:
- Υποψία καρκίνου σε νέα γυναίκα με πυκνούς μαστούς
- Παρακολούθηση σε κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού >20%
- Ιστορικό ακτινοβολίας στο θώρακα
- Ύπαρξη ενθεμάτων σιλικόνης
- Σε ορισμένες περιπτώσεις με διεγνωσμένο καρκίνο μαστού ελέγχεται η εξαιρεσιμότητα του όγκου με χειρουργική διατήρηση του μαστού.
«Το εύρημα στη μαστογραφία/υπέρηχο δεν μοίαζει με καρκίνο, αλλά θα το παρακολουθούμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα»
Η πρακτική της παρακολούθησης με τακτικό απεικονιστικό έλεγχο δεν είναι η ενδεδειγμένη όταν ο κίνδυνος για κακοήθεια είναι μεγαλύτερος απο 2%. Στις βλάβες αυτές ανήκουν αδιευκρίνιστες ή και ύποπτες βλάβες. Επιβάλλεται κάθε παθολογικό εύρημαστο μαστό να διευρευνηθεί με κλινική εξέταση, απεικονιστικό έλεγχο και βιοψία (συνήθως με βελόνη, δηλαδή βιοψία χωρίς χειρουργείο) για να τεθεί οριστική διάγνωση. Ο συνδυασμός των παραπάνω αυξάνει την ευαισθησία για ανίχνευση της βλάβης στο 100% (triple assessment).
«Είμαι πολύ μικρή για να έχω καρκίνο του μαστού»
Το 1/4 των γυναικών με καρκίνο του μαστού είναι ηλικίας κάτω των 50 ετών.
«Είχα ενόχλημα στο στήθος αλλά δεν ανησυχώ γιατί η μαστογραφία μου ήταν φυσιολογική»
Επί συμπτωμάτων στο μαστό, δεν αρκεί η μαστογραφία για να αποκλείσει κάτι το παθολογικό μιας και 5-10% των καρκίνων του μαστού δεν απεικονίζονται σε μαστογραφία. Έτσι, αν έχουμε ένα σύμπτωμα και η μαστογραφία είναι αρνητική,απαιτείται κλινική εξέταση από ειδικό μαστολόγο και ίσως άλλες απεικονιστικες μέθοδοι.
«Στο τσακ το προλάβαμε», «είναι επείγον», «χθες έπρεπε να το είχες αφαιρέσει»
Οι παραπάνω εκφράσεις δημιουργούν τον φόβο του καρκίνου για να εκβιαστεί ίσως η συναίνεση της ασθενούς προς κάποια θεραπεία. Είναι γνωστό ότι ο καρκίνος του μαστού συνήθως προϋπάρχει για μήνες ή χρόνια πριν διαγνωστεί, άρα δεν υπάρχει τίποτα το επείγον από ιατρική άποψη. Έτσι, θεωρείται όχι μόνο φυσιολογική, αλλά και επιβεβλημένη, μια καθυστέρηση λίγων ημερών για:
- Προεγχειρητικό έλεγχο
- ογκολογικό συμβούλιο, όπου αποφασίζεται η αντιμετώπιση ύστερα από συζήτηση των ευρημάτων από ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων εξειδικευμένων στον καρκίνο του μαστού.
Δηλαδή, δεν χρειάζεται βιασύνη,έτσι ώστε η ασθενής να είναι πλήρως ενημερωμένη για την καταστασή της και τις θεραπευτικές επιλογές της.
«Μου βρήκαν μια κύστη (ή ένα ιναδένωμα) στο στήθος αλλά μου είπαν καλού-κακού να την αφαιρέσουμε»
Είναι καλοήθεις όγκοι που δεν εξαλλάσονται σε καρκίνο. Η απλή κύστη του μαστού δεν χρειάζεται χειρουργική επέμβαση, παρά μόνο παρακέντηση. Η πιθανότητα να υποκρύπτει καρκίνο είναι μηδαμινή. Όταν μία κύστη έχει αιμορραγικό υγρό ή όταν παρουσιάζει ένα ογκίδιο μέσα της ή στο τοίχωμα της (μικτή κύστη), για τη διάγνωση της αρκεί το υπερηχογράφημα και διαδερμική παρακέντηση (FNA). Για το ιναδένωμα χειρουργική αφαίρεση ενδείκνυται όταν έχει τάση αύξησης του μεγέθους του και ξεπεράσει τα 2-3 εκ, συνήθως για κοσμητικούς λόγους.
Η τοποθέτηση ενθεμάτων σιλικόνης «επηρεάζει την πορεία της ασθενούς», «εμποδίζει την παρακολούθηση», «αποτελεί πολυτέλεια όταν μιλάμε για καρκίνο»
Δεν αποδεικνύεται απο την ιατρική βιβλιογραφία ότι η αποκατάσταση του μαστού με ενθέματα σιλικόνης ύστερα από μαστεκτομή έχει αρνητική επίπτωση στον καρκίνο του μαστού. Δεν αντενδείκνυται για τη μετεγχειρητική παρακολούθηση της ασθενούς. Η απώλεια του μαστού στη γυναίκα είναι μια ακρωτηριαστική επέμβαση και συνεπάγεται την απώλεια του απόλυτου συμβόλου θυληκότητας, ερωτισμού και μητρότητας. Η αποκατάσταση της εξωτερικής εμφάνισης βοηθάει στην ψυχολογική της ανάρρωση και λύνει πρακτικά καθημερινά προβλήματα ασυμμετρίας.
«Βρήκαν ύποπτη βλάβη στη μαστογραφία και ο γιατρός μου συνέστησε να την αφαιρέσουμε να δούμε τι είναι»
Στις μέρες μας,στις περισσότερες περιπτώσεις οι διαδερμικές βιοψίες με βελόνη (βιοψίες χωρίς χειρουργείο) έχουν καταστήσει την ανάγκη ανοικτής βιοψίας (χειρουργείο για να παρθεί βιοψία) σπάνια.
Επίσης, πρέπει να αποφεύγονται οι διεγχειρητικές- ταχείες βιοψίες σε αψηλάφητους όγκους κάτω απο 1 εκ., γιατί μικρές εστίες καρκινώματος μπορεί να διαφύγουν της προσοχής (ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα). Η ταχεία βιοψία δεν αφήνει χρονικά περιθώρια συζήτησης των θεραπευτικών επιλογών. Μια γυναίκα με όγκο στο μαστό πρέπει να διερευνηθεί και με τους τρεις δυνατούς τρόπους -κλινική εξέταση, απεικονιστική εξέταση, βιοψία δια βελόνης- προτού παρθεί η απόφαση για χειρουργική επέμβαση. Με απλά λόγια δεν υφίσταται πια η λογική «πάμε στο χειρουργείο και βλέποντας και κάνοντας». Η διάγνωση και το πλάνο αντιμετώπισης πρέπει να είναι γνωστά και να έχουν συναποφασισθεί με την ασθενή πριν από το χειρουργείο.
«Ο όγκος μου ήταν μικρός, αλλά έκανα μαστεκτομή καλού-κακού»
Όταν ο καρκίνος του μαστού δεν είναι εκτεταμένος ή πολυεστιακός, η γυναίκα είτε υποβληθεί σε ογκεκτομή συνδυαζόμενη με ακτινοθεραπεία είτε σε μαστεκτομή, τα αποτελέσματα είναι παρόμοια όσον αφορά την επιβίωση. ‘Ετσι, η γυναίκα δεν είναι απαραίτητο να υποστεί τον ακρωτηριασμό της μαστεκτομής.
Η χειρουργική διατήρησης του μαστού εξαρτάται από:
- Την ικανότητα της ασθενούς να ακτινοβοληθεί
- τη δυνατότητα να αφαιρεθεί ο όγκος σε υγιή όρια
- την πιθανότητα να υπάρχει αισθητικά ικανοποιητικό αποτέλεσμα μετά την εγχείρηση
Το 2ο και το 3ο κριτήριο επιτυγχάνονται ολοένα και περισσότερο στις μέρες μας με τις ογκοπλαστικές τεχνικές από κατάλληλα εκπαιδευμένους χειρουργούς μαστού.